Προτάσεις ΠΕΕΓΕΠ για την πράσινη ανάπτυξη

Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2009

Η ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΗΛΙΟ ΩΣ ΑΜΙΓΩΣ
ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ (ΚΑΙ ΕΥΚΑΙΡΙΑ)

Η κάλυψη του συνόλου των ενεργειακών αναγκών μας, από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ), αποτελεί όχι απλά ζητούμενο, αλλά μοναδική διέξοδο από τον φαύλο κύκλο : καύση προϊόντων άνθρακα – παραγωγή διοξειδίου άνθρακα – υπερθέρμανση του πλανήτη.
Η προσέγγιση στην λύση του προβλήματος αυτού που επιχειρείται, γενικά, είναι η επιδότηση της παραγωγής, κατά κύριο λόγο, ηλεκτρικής ενέργειας, από ΑΠΕ.
Στην βάση αυτή και με δεδομένη την Κοινοτική απαίτηση, στην χώρα μας, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τον ήλιο (μιας, από τις σημαντικότερες πηγές ανανεώσιμης ενέργειας, ειδικά για την Ελλαδα), θα υλοποιηθεί μέσω της μακροχρόνιας επιδότησης της αγοράς της παραγόμενης ενέργειας. Συγκεκριμένα και επειδή για την παραγωγή ενέργειας από τον ήλιο, το κόστος για την εγκατασταση των «πάνελς» των φωτοβολταϊκών είναι υψηλό, το Δημόσιο, αφού χορηγήσει ειδική άδεια στο υποψήφιο επενδυτή, επιδοτεί το ηλεκτρικό ρεύμα που θα παράγει αυτός, το οποίο θα αγοράζει για αρκετά χρόνια, η ΔΕΗ (σε υψηλότερη φυσικά τιμη από αυτή που το πουλάει) με σκοπό την απόσβεση του αρχικά υψηλού κόστους επένδυσης, ώστε να καταστεί, τελικά, ελκυστική η επένδυση αυτή.
Η διαδικασία αυτή, είναι κατά την άποψή μας, απόλυτα λανθασμένη, για τους εξής λόγους :
1. Αν είναι ζητούμενη η πλήρης υποκατάσταση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ (αντί της καύσης άνθρακα – όπως γίνεται σήμερα) τοτε, θα πρεπει να επιδοτείται, όχι η παραγωγή του τελικού προϊόντος, αλλά η αρχική εγκατάσταση του συστήματος παραγωγής. Αυτό, για τον απλούστατο λόγο ότι, οσο περισσότερη ενέργεια παράγεται από τον ήλιο, τόσο μεγαλύτερο κόστος θα υπάρχει για το Δημόσιο. Αν δε υποτεθεί ότι εν τελει η ΔΕΗ προμηθεύεται το σύνολο του ρεύματος που πουλάει, σε τιμή υψηλότερη της τιμής πώλησης, τότε είναι σαφές ότι είτε θα πρέπει να αυξήσει την τιμή του ρεύματος, είτε να πάψει να το αγοράζει.
2. Η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος από τον ήλιο, έχει το σημαντικό χαρακτηριστικό ότι αν και απαιτεί υψηλό (προς το παρόν) κόστος αρχικής εγκατάστασης, το κόστος συντήρησης και παραγωγής είναι μηδαμινό. Συνεπώς, για τον υποψήφιο επενδυτή, τα μόνα ζητούμενα είναι, η απόκτηση της αρχικής άδειας παραγωγής, και ο χρόνος και η τιμη πώλησης του παραγόμενου προϊόντος. Το γεγονός αυτό, δεν μπορεί παρά να δημιουργήσει μια νέα κατηγορία «ραντιέρηδων» της ενέργειας, δεδομένου ότι όπως προαναφέρθηκε, πρακτικά είναι αδύνατο για το Ελληνικό Δημόσιο, να χορηγεί διαρκώς νέες άδειες παραγωγής, αφού το κόστος είναι υψηλό και μακροχρόνιο. Για τον ίδιο λόγο, το παραγόμενο προϊόν δεν μπορεί ποτέ να γίνει δυναμικό, επαρκές και εξαγώγιμο.
3. Με το προτεινόμενο σύστημα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τον ήλιο, είναι προφανές ότι δεν δημιουργούνται θέσεις εργασίας, πλην της αρχικής φάσης εγκατάστασης των «πάνελς» των φωτοβολταϊκών , ούτε βεβαίως δημιουργείται ανάγκη για την βελτίωση της ποιότητας των εγκαταστάσεων , παραγωγής τεχνογνωσίας κλπ.
4. Το έδαφος, αντιμετωπίζεται, απλώς ως η επιφάνεια επί της οποίας θα εδράζονται τα «πάνελ» των φωτοβολταϊκών. Αγνοείται, επομένως, η αυτονόητη παραγωγική ικανότητα που έχει το έδαφος, ο δε «επενδυτής» καλείται να επενδύσει με μοναδικό κριτήριο την αποσβεσιμότητα της επένδυσης. Η δε επένδυση αντιμετωπίζεται με μονοχρηστική διάσταση και για τον λόγο αυτό το μόνο ζητούμενο, εν τελει, είναι το πόσο ακριβά θα αγοράσει το παραγόμενο ηλ. ρεύμα η ΔΕΗ, η το πόσο ακριβά θα μεταβιβάσει την εγκατεστημένη μονάδα, δηλαδή, την άδεια παραγωγής που έχει εξασφαλίσει.

Εν τελει η κατασταση αυτή, δεν προάγει την ζητούμενη απεξάρτηση από τα προϊόντα άνθρακα, ούτε βεβαίως μπορεί να θεωρηθεί αειφορική, αφού στηρίζεται αποκλειστικά στην επιβάρυνση της ΔΕΗ (κατ επέκταση του Δημοσίου), δεν δημιουργεί θέσεις εργασίας (μετά την αρχική εγκατάσταση) και εν τελει δεν παράγει καθαρό όφελος για την ίδια την οικονομία.

Σε αντιδιαστολή, λοιπόν, με την πιο πάνω αντιμετώπιση, θα μπορούσε η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος από τον ήλιο, να θεωρηθεί ως προϊόν το οποιο μπορεί να παράγει ο πρωτογενής (αγροτικός) τομέας και συνεπώς να χαρακτηριστεί ως «αγροτικό προϊόν». Στην περίπτωση αυτή, η απαιτούμενη αρχική επένδυση για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τον ήλιο, θεωρείται αγροτική δραστηριότητα και άρα επιδοτείται η αρχική της εγκατασταση. Αυτό σημαίνει ότι αφού θα εχει επιδοτηθεί η αρχική επένδυση ( και δεδομένου ότι το κόστος συντήρησης και λειτουργίας είναι μηδαμινό) δεν απαιτείται επιδότηση για την παραγωγή, άρα η ΔΕΗ (και κατ επεκταση, το Ελληνικό Δημόσιο) δεν θα υποχρεούται να αγοράζει σε υψηλή τιμη το ηλ. ρεύμα που παράγεται με την διαδικασία αυτή ( με όλα τα προφανή, άμεσα αλλά και μακροπρόθεσμα οφέλη). Το δε ποσοστό επιδότησης για την εγκατασταση των ηλιακών συλλεκτών, θα μπορούσε να καθορισθεί και μέσω της ΚΑΠ, εφ όσον αυτή ενεργοποιηθεί προς τον τομέα αυτό.
Στην ουσία δηλαδή, πρόκειται για μια μορφή αναδιάρθρωσης υφισταμένων και μη Αγροτικών εκμεταλλεύσεων, ώστε να συμπεριλάβουν - υπό μορφή παράλληλης εκμετάλλευσης και συμπληρωματικού αγροτικού εισοδήματος - την παραγωγή ενέργειας από τον ήλιο και συνεπώς, η αναγκαία επιδότηση να περιορίζεται στην εφ άπαξ επιδότηση της αρχικής εγκατάστασης και όχι στην διαρκή επιδότηση της παραγωγής.

Επί πλέον δε και επειδή τα «πάνελ» των φωτοβολταικών δεν είναι απαραίτητο να εφάπτονται στην γη, αλλά μπορούν να βρίσκονται πιο ψηλά, στην ουσία να επιτρέπουν σε κάθε αγροτική εκμετάλλευση, σε κάθε χωράφι που θα παράγει ηλ. ενέργεια, να διατηρεί την παραγωγική του δυνατότητα, ώστε η παραγωγή ηλ. ρεύματος να λειτουργεί ως συμπληρωματικό εισόδημα στον «επενδυτή – αγρότη». Το δε κόστος κατασκευής του «σκελετού» επί του οποίου θα εδράζονται τα «πάνελ» των φωτοβολταικών, είναι συγκριτικά μικρό, σε σχέση με το κόστος των ίδιων των «πάνελς». Έτσι, λοιπόν, οι δυνατότητες αξιοποίησης του «σκελετού» αυτού, εξασφαλίζουν σημαντικές δυνατότητες πολυχρηστικής λειτουργίας (π.χ. θερμοκήπια, αποθήκες, στάβλοι, κλπ) με ιδιαιτερα χαμηλό κόστος, για τον αγρότη (και όχι μόνο) – επενδυτή, οι οποίες με την σειρά τους συμβάλλουν στην μείωση του κόστους παραγωγής, τόσο λόγω της αξιοποίησης της εγκατάστασης παραγωγής ρεύματος για την παράλληλη παραγωγή αγροτικών προϊόντων (υψηλής, δυνητικά, προστιθέμενης αξίας, ως προϊόντων που παράγονται σε χώρους ελεγχόμενου περιβάλλοντος), όσο και γιατί η απαιτούμενη ενέργεια για την παραγωγή του υπό τα «πάνελς» παραγόμενου αγροτικού προϊόντος, μπορεί να διατίθεται αδάπανα.
Έτσι η επένδυση για την παραγωγή ηλ. ρεύματος από τον ήλιο, ως αγροτικό προϊόν μπορεί να συνδυάσει πλήθος παράλληλων δραστηριοτήτων, οι οποίες θα παράγουν εισόδημα και άρα η συνολική απόσβεση (μετά την επιδότηση κατασκευής – υλοποίησης της επενδυτικής πρότασης) δεν θα προέρχεται μόνο από την παραγωγή ηλ. ρεύματος. Συνεπώς, το κόστος παραγωγής) μειώνεται (αφού μειώνεται το κόστος απόσβεσης), η ΔΕΗ (το Δημόσιο) δεν επιβαρύνεται, ο αγρότης – επενδυτής έχει μια επί πλέον ευκαιρία απασχόλησης και η όλη διαδικασία καθίσταται αειφορική.

Στα παράλληλα δε οφέλη, μιας τέτοιας επιλογής, πρέπει να συμπεριληφθεί το γεγονός ότι η εγκατασταση των «πάνελς» αφ ενός αυξάνει την σκίαση της γης και άρα μειώνει την εξάτμιση του νερού του εδαφους αφ ετέρου παρέχει παράλληλα την δυνατότητα συλλογής του νερού της βροχής που πέφτει (στα «πάνελ») και την αποθήκευση αυτού (κάτι που δεν μπορεί να γίνει υπό άλλες συνθήκες). Τέλος είναι αυτονόητο ότι υπάρχει πάντοτε η δυνατότητα χρήσης της ενέργειας που παράγεται, από τον ίδιο τον αγρότη, με μηδενικό κόστος.

Συνεπώς, τα πιο πάνω καθιστούν την όλη διαδικασία – επένδυση, απόλυτα φιλική στο περιβάλλον.

Ανακεφαλαιώνοντας λοιπόν και
Επειδή η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος από τον ήλιο, ανήκει από την φύση της στον πρωτογενή (αγροτικό) τομέα, αφού στην ουσία το κάθε αγροτικό προϊόν που παράγεται, δεν είναι τίποτε αλλά παρά αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας (όλοι φυσικά, θυμόμαστε ότι τα φυτά δεσμεύουν το διοξείδιο του άνθρακα, μέσω της ηλιακής ενέργειας)
Επειδή η αγροτική γη (που σήμερα εγκαταλείπεται) και που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος, είναι πολλαπλάσια αυτής που απαιτείται για την κάλυψη των ενεργειακών αναγκών της χώρας,
Επειδή οι επενδυτικές ευκαιρίες που μπορεί να προσφέρει η πολυχρηστική αξιοποίηση της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, από την ήλιο, μέσω του πρωτογενή τομέα, μπορούν να αναζωογονήσουν την περιφέρεια,
Επειδή η πιο πάνω πρόταση επιτρέπει την βιώσιμη, διαρκή και χωρίς κόστος για την ΔΕΗ αλλά και το Ελληνικό Δημόσιο, επέκταση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τον ήλιο,
Επειδή η πρόταση αυτή είναι απόλυτα φιλική στο περιβάλλον
Επειδή μπορεί να συμβάλλει στην αντιμετώπιση της ερημοποίησης της υπαίθρου,
Επειδή μπορεί να βοηθήσει στην αύξηση της προστιθέμενης αξίας των αγροτικών προϊόντων,
Επειδή μπορεί να βελτίωση την απόδοση της αγροτικής γης,

Θεωρούμε ότι η πιο πάνω πρόταση μπορεί να υλοποιηθεί τόσο μέσω Ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών προγραμμάτων, οσο και μέσω αμιγώς Ελληνικών
Και προτείνουμε
Την διαρκή, μέσω πιλοτικών εφαρμογών – π.χ. σε αγροτικές εκτάσεις που ανήκουν στο δημόσιο – περεταίρω επεξεργασία της, ώστε να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή αξιοποίησή της – ανα γεωγραφική περιφερεια. Η αξιοποιηση αυτή μπορεί να συμπεριλαβει τοσο συνδυασμούς προϊόντων που δυνητικά μπορούν να παραχθούν (κηπευτικά, ανθοκομία, βιολογικά προϊόντα κλπ) οσο και συνδυασμούς αξιοποίησης των κατασκευών (π.χ. θερμοκήπια, αποθήκες, στάβλοι κλπ).

Η πιο πάνω πρόταση εκπονήθηκε από την Πανελλήνια Ένωση Γεωπόνων Εργοληπτών Έργων Πρασίνου και έχει κατατεθεί στους Υπουργούς Ανάπτυξης και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων .

ΜΙΧ. Ν. ΣΤΟΓΙΑΝΝΟΣ
Γεωπόνος – Εργοληπτης. Δημ. Εργων
Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Γεωπόνων Εργοληπτών Έργων Πρασίνου

ΤΟ ΠΡΑΣΙΝΟ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΩΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ
(ΜΕΡΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΓΕΩΡΓΙΑ)

Οι πιο κάτω προτάσεις κατατέθηκαν από την Πανελλήνια Ενωση Γεωπόνων Εργοληπτών Εργων Πρασίνου (ΠΕΕΓΕΠ), στον Υφ/γό Αγροτικής Ανάπτυξης κατά την συνάντηση που έγινε στο τέλος του Γενάρη 2009 – εν μέσω των αγροτικών κινητοποιήσεων – με τους προέδρους των Γεωτεχνικών φορέων της χώρας.
Η συνάντηση αυτή, αν και ηταν μια συνάντηση γνωριμίας, εν τούτοις και λόγω της συγκυρίας, εκτιμήθηκε ότι ηταν μια ευκαιρία για να παρουσιασθούν κάποιες νέες απόψεις και προτάσεις που ίσως μπορούσαν να βοηθήσουν στην αναδιάρθρωση των αγροτικών καλλιεργειών .
Βεβαίως, οι πιο κάτω προτάσεις, ούτε αντιμετωπίζουν, συνολικά, το πρόβλημα της Αγροτικής Παραγωγής, ούτε είναι οι μόνες προτασεις που μπορούν να υπάρξουν. Απλά, σε μια εποχή που ο αγροτικός τομέας, ουσιαστικά καρκινοβατεί, καταθέτουμε την άποψή μας, πιστεύοντας ότι μπορεί να συμβάλει στην αντιμετώπιση του προβλήματος της απώλειας ενός σημαντικού τροφοδότη του Εθνικού Προϊόντος, της ερημοποίηση της υπαίθρου, της αύξησης της ανεργίας.
Ως επαγγελματίες, ως Γεωπόνοι, ως τεχνικοί, θεωρούμε και πιστεύουμε ότι ο Αγροτικός χώρος μπορεί να προσφέρει ευκαιρίες απασχόλησης, όχι μόνο για την βελτίωση των εισοδημάτων αλλά και για την βελτίωση της ποιότητας ζωής, τοσο αυτών που θα επιχειρήσουν οσο και αυτών που θα απολαύσουν τα νέα προϊόντα και υπηρεσίες που θα μπορούσαν να παραχθούν.
Αναλυτικά, λοιπόν και με αφετηρία το γεγονός ότι το κύριο αντικείμενο της επαγγελματικής μας δραστηριότητας είναι το πράσινο, προτείνουμε:

1. ΤΟ ΠΡΑΣΙΝΟ ΩΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ.
Η παραγωγή φυτικού υλικού αλλά και λοιπών προϊόντων (ξύλινοι πάσσαλοι υποστύλωσης, επεξεργασία και παραγωγή προϊόντων κομποστοποίησης, διακοσμητικά υλικά ξύλου, πέτρας, πυλού, κλπ) για τις ανάγκες του πρασίνου, στην Ελλαδα είναι ασήμαντη. Ο κύριος όγκος των προϊόντων τα οποια καταναλώνει η «βιομηχανία» πρασίνου, εισάγονται.
Εκτιμούμε ότι η μη παραγωγή τέτοιων προϊόντων στην Ελλαδα, τοσο από τον αγροτικό (πρωτογενή) τομέα οσο και ως προϊόντα επεξεργασίας, δεν οφείλεται στην έλλειψη οικονομικού ενδιαφέροντος ή τεχνογνωσίας αλλά στην άγνοια και στην δογματική αντιμετώπιση των παραγωγικών δυνατοτήτων του αγροτικού χωρου, τοσο από τους αγρότες οσο και από την πολιτεία.


ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ :
1. Την παραγωγή ειδικού φυτικού υλικού για τις αναγκες των εργων πρασίνου, τα οποια θα αξιοποιούν τα όποια συγκριτικά πλεονεκτήματα παραγωγής που διαθέτει η χώρα (κλίμα, έδαφος, τεχνογνωσία, κόστος παραγωγής, προσβαση σε αγορές κλπ) με σκοπό αρχικά την υποκατάσταση των εισαγωγών που γίνονται σήμερα και μελλοντικά την εξαγωγή, αφού ο τομέας «πράσινο» είναι δυναμικός τοσο στις αναπτυγμένες οσο και τις αναπτυσσόμενες χώρες.
2. Την έρευνα και μαζική παραγωγή φυτών που είναι ενδημικά στην Ελλαδα (άρα μοναδικά στον κόσμο) και μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην κατασκευη εργων πρασίνου (π.χ. αειθαλής πλάτανος, κλπ).
3. Την χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων και την εκπόνηση πιλοτικών προγραμμάτων παραγωγής προϊόντων που ηδη χρησιμοποιούνται ή που θα μπορούσαν να υποκαταστήσουν τα ήδη χρησιμοποιούμενα, στην κηποτεχνία και το πράσινο

2. ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΤΟΠΙΟ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ - ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΑΡΑΓΕΙ Ο ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ.
Το τοπίο και το περιβάλλον στις αγροτικές περιοχές, ειδικά σε αυτές που η εκμετάλλευση της αγροτικής γης γίνεται με εντατικό τρόπο, είναι κατεστραμμένο. Η αρνητική επίδραση του γεγονότος αυτού δεν αφορά μόνο στην ποιότητα ζωής των αγροτών και της παραγωγικής ικανότητας της γης αλλά ΚΥΡΙΩΣ στην αδυναμία παραγωγής υπηρεσιών που θα μπορούσαν να βελτιώσουν το αγροτικό εισόδημα. Αυτονόητο είναι ότι προϋπόθεση για την ανάπτυξη του τομέα Υπηρεσιών στις αγροτικές περιοχές, είναι η βελτίωση της επισκεψιμότητας των χώρων αυτών.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ :
1. Την άμεση δενδροφύτευση όλων των επαρχιακών και των κύριων αγροτικών δρόμων. Επισης, την δενδροφυτευση των εισόδων , των κεντρικών οδων και πλατειών όλων των μικρών αγροτικών πολεων, κωμοπόλεων και χωριών. Τα είδη των φυτών δε, που θα χρησιμοποιηθούν, θα πρεπει να ανήκουν στην τοπική χλωρίδα και μάλιστα να έχουν αντιπροσωπευτικό χαρακτήρα ανα περιοχη. Η στοχευση είναι προφανής και με άμεσο αποτέλεσμα και ιδιαιτερα χαμηλό κόστος. Το αναβαθμισμένο αγροτικό τοπίο που θα προκύψει από την δράση αυτή, εκτιμούμε ότι μπορεί άμεσα το καταστήσει ελκυστικότερο, να βελτιώσει την επισκεψιμότητά του και άρα να το καταστήσει αντικείμενο προς αξιοποιηση.
2. Την ανάπτυξη παράλληλων δραστηριοτήτων στον αγροτικό χώρο (μέσω της εκπόνησης πιλοτικών προγραμμάτων, ανα περιοχη), που θα αξιοποιούν τις δυνατότητες παραγωγής υπηρεσιών που να συνδέονται με την παραγωγή και το τοπίο (π.χ. εκπαίδευση, αγροτουρισμός, πολιτισμός, κλπ). Η παράλληλη δε, δημιουργία ανοικτών χώρων υψηλών περιβαλλοντικών προδιαγραφών, σε κάθε αγροτική περιοχη, που θα αναδεικνύει την μοναδικότητά της και το μικροτοπίο της, θα μπορούσε να γίνει το σημείο αναφοράς και ο χώρος προβολής των προϊόντων και υπηρεσιών που μπορεί να παράγει η κάθε περιοχη.
3. Την παροχή κινήτρων για την ανάπτυξη υπηρεσιών συνδεδεμένων με επεμβάσεις στο τοπίο και ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής (π.χ. κατασκευη αθλητικών κέντρων, γηπέδων γκολφ, εκτροφείων θηραμάτων, θεματικών πάρκων, κλπ), σε φορείς στους οποίους θα συμμετέχουν υπό μορφή συνεταιρισμού, αγρότες, επαγγελματίες και επιχειρηματίες .
4. Συμμετοχή του αγροτικού τομέα στο παγκόσμιο χρηματιστήριο ρύπων. Ο τομέας αυτός εχει εξαιρετική δυναμική και τα ποσά που ηδη δαπανά η Ελλαδα, μετρώνται σε εκατομμύρια ευρω. Η φύτευση π.χ. των χαμηλής γονιμότητας αγροτικών περιοχών, μέσω προγραμμάτων χρηματοδοτούμενων από τις πληρωμές «αγοράς ρύπων» (βλ. ΔΕΗ), είναι εφικτή και δυναμική και θα μπορούσε να καταστήσει την Ελλαδα «πωλητή ρύπων» με άμεσα θετικά αποτελέσματα στο αγροτικό εισόδημα. Αυτονόητη είναι η ύπαρξη ειδικών επιστημόνων και κρατικού φορέα, που θα μπορούν να πιστοποιήσουν και να «μετρήσουν» το παραγόμενο προϊόν (δεσμευόμενο CO2) .
5. Την δημιουργία γραφείων παροχής υπηρεσιών αγροτικής ανάπτυξης στελεχωμένων με ειδικότητες όχι μόνον γεωτεχνικών αλλά ειδικών σε θέματα τουρισμού, σε θέματα βιομηχανιών τροφίμων, marketing, κλπ). Θεωρούμε δε, ότι τα γραφεία αυτά θα πρεπει να κατανέμονται, όχι ανα νομό ή επαρχία, αλλά ανα υδρολογική λεκάνη.
6. Την εκπαίδευση των αγροτών (και όχι μόνο) με στόχο την προαγωγή της επιχειρηματικότητας. Η εκπαίδευση αυτή θα πρέπει να αφορά στην απόκτηση γνώσεων σε θέματα χρηματοδότησης επιχειρηματικών δράσεων, σχεδιασμού, διοίκησης και οργάνωσης αγροτικών επιχειρήσεων, πωλήσεων, κλπ. Σκοπός θα πρέπει να είναι η μετεξέλιξη του αγρότη, σε επιχειρηματία που θα στοχεύει – όχι στην ληστρική και βραχυχρόνια εκμετάλλευση της γης αλλά σε επιχειρηματία που θα στοχεύει στην πολύπλευρη και αειφορική εκμετάλλευση του συνόλου των παραγωγικών δυνατοτήτων που του δίνει η γη, η φύση, ο πολιτισμός, και η κοινωνία.

3. Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΕΙ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ
Το κύριο πρόβλημα της γεωργίας σήμερα, κατά την άποψή μας, είναι η αποεπένδυση. Ο λόγος είναι ότι, επενδυτής του αγροτικού τομέα, μπορεί να είναι μόνον αυτός που εχει την ιδιότητα του αγρότη (δηλαδή αυτός, του οποίου το εισόδημα προέρχεται από την άσκηση της αγροτικής δραστηριότητας, τουλάχιστον σε ποσοστό 50%) ο οποίος – ως γνωστόν – δεν εχει ούτε διαθέσιμα κεφάλαια για να επενδύσει, ούτε σημαντική προσβαση σε χρηματοδοτικά κέντρα, ούτε υψηλή κατάρτιση, ούτε εν τελει επιχειρηματική αντίληψη. Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής δεν είναι μόνο η οικονομική απαξιωση του επαγγέλματος του αγρότη, αλλά και η ερημοποίηση της υπαίθρου, η υποβάθμιση του αγροτικού περιβάλλοντος και τοπίου, η ρύπανση της γης και του νερού, η κακή πολλές φορές ποιότητα των αγροτικών πριονωτών κλπ.
Επιβάλλεται συνεπώς, η τροποποίηση του ισχύοντος νομικού καθεστώτος και η ταυτόχρονη προσέλκυση νέων επενδυτών , τοσο σε ότι αφορά την διάθεση κεφαλαίων και τεχνογνωσίας οσο και νέων ιδεών και αντιλήψεων στην επιχειρηματική αξιοποιηση της αγροτικής γης και του αγροτικού περιβάλλοντος. Στην βάση αυτή θα μπορούσαν να εκπονηθούν πλήθος προγραμμάτων με τα οποια θα δίνονταν ευκαιρίες επένδυσης - απασχόλησης σε νέους επιστήμονες, σε επαγγελματίες άλλων κλάδων, σε επιχειρήσεις κλπ.


4. ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑ
Η επερχόμενη κλιματική αλλαγή είναι προφανές ότι θα επηρεάσει τοσο τον Αγροτικό τομέα, ως οικονομική δραστηριότητα οσο και το Πράσινο ως περιβαλλοντική δράση.
Θεωρούμε ότι το ΥΠΑΑΤ θα πρέπει να ασχοληθεί με το θέμα, πολυδιάστατα, αντιμετωπίζοντάς το όχι μόνο ως πρόβλημα αλλά και ως δυνατότητα. Είναι προφανές, όμως ότι για να υπάρξουν σχετικές προτασεις, απαιτείται έρευνα και διάλογος.

Και για να υπάρξει έρευνα και διάλογος απαιτούνται πρωτοβουλίες τις οποίες πρέπει να
πάρουν όχι μόνο οι κυβερνώντες (ως οφείλουν) αλλά και ο καθένας από μας.


ΜΙΧ. Ν. ΣΤΟΓΙΑΝΝΟΣ
Γεωπόνος – Εργολήπτης Δημ. Έργων
Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Γεωπόνων Εργοληπτών Έργων Πρασίνου

About This Blog

Lorem Ipsum

  © Free Blogger Templates Columnus by Ourblogtemplates.com 2008

Back to TOP